ψυχρομετρία

ψυχρομετρία
η физ. определение влажности воздуха с помощью психрометра

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ψυχρομετρία" в других словарях:

  • ψυχρομετρία — η, Ν (μετεωρ.) κλάδος τής μετεωρολογίας που έχει ως αντικείμενο τη μελέτη τής υγρομετρικής κατάστασης τού ατμοσφαιρικού αέρα και τον προσδιορισμό της με το ψυχρόμετρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχρός + μετρία*. Η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ.… …   Dictionary of Greek

  • ψυχρομετρία — η μέτρηση της υγρασίας της ατμόσφαιρας με το ψυχρόμετρο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψυχρομετρικός — ή, ό, Ν [ψυχρομετρία] (μετεωρ. φυσ.) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ψυχρομετρία («ψυχρομετρικός χάρτης») …   Dictionary of Greek

  • -μετρία — (Α μετρία) β συνθετικό πλήθους επιστημονικών ιδίως όρων που προήλθαν στην Αρχαία από ουσιαστικά σε μέτρης ή μετρος (βλ. λ. μέτρο). Οι νεώτεροι όροι είναι συνήθως αντιδάνειοι και στα δύο συνθετικά (ακτινο μετρία, πρβλ. γαλλ. actino metrie γωνιο… …   Dictionary of Greek

  • ψυχρομετρικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ψυχρομετρία: Κάνουν στην περιοχή ψυχρομετρικές παρατηρήσεις …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»